Παρασκευή 9 Μαΐου 2008

Homework για το ΣΚ (σαν πολύ θάρρος δεν έχεις πάρει;)

«Το πλήρωμα του χρόνου και ο Μήτσος» (βλ. δεξιά. λίγο πιο κάτω) ήταν το πρώτο πρότζεκτ που κατάφερα να ολοκληρώσω στη ζωή μου (το δεύτερο είναι ο γιος μου – τρίτο δεν υπάρχει). Μια νουβέλα που ξεκίνησα να γράφω σαν διήγημα, το παράτησα, το ξανάπιασα και το ανάπτυξα ως ολοκληρωμένη μυθοπλασία, το ξαναπαράτησα και κάποτε αποφάσισα να προσπαθήσω να το εκδώσω. Τα κατάφερα. Έπειτα το είδα έτοιμο στο βιβλιοπωλείο και –δεν θα το ξεχάσω ποτέ- ευχήθηκα ν’ ανοίξει η γη να με καταπιεί. Επιτόπου, όμως.

Με τον καιρό το ξεπέρασα. «Ο Μήτσος», όπως το λέμε χαϊδευτικά, έκανε τον κύκλο του και δύο εκδόσεις και τώρα έχει σχεδόν εξαντληθεί.

Το είχα ξεχάσει. Προσπαθούσα, μάλιστα, να κάνω καινούρια πράγματα. Ακόμα προσπαθώ, ένα μυθιστόρημα που γράφεται αργά και απολαυστικά, κάτι παραμύθια για παιδιά και, φυσικά, τα μπλογκς μου, αυτό που βρίσκεστε τώρα και τις Μικροαστές, που μοιάζουν λίγο περισσότερο με λογοτεχνία, όσο να ‘ναι.

Τις προάλλες, λοιπόν, μου πρότειναν από μια ιστοσελίδα, την booksinfo, πολύ καλοστημένη, χρηστική και πραγματικά «φιλική» προς το βιβλίο, να ανεβάσουμε ολόκληρο τον «Μήτσο» on line.

Παρακάτω σας παραθέτω το πρώτο κεφάλαιο, για να πάρετε μια ιδέα. Διαβάστε το ή όχι, δεν έχει σημασία, αυτό που θέλω είναι η γνώμη σας: Να το ανεβάσω ή όχι; Με ατράνταχτα επιχειρήματα, παρακαλώ. Σας έχω εμπιστοσύνη.



ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ

1.

Ο Μήτσος μπήκε στη ζωή μου ένα ζεστό πρωινό του Οκτώβρη από την πόρτα της κουζίνας.

Εμφανίστηκε ξαφνικά μπροστά μου μ’ ένα μπεζ στρατιωτικό παντελόνι, μποτάκια εκστρατείας κι ένα χακί μακό μπλουζάκι.

Είχα ξυπνήσει νωρίς εκείνη τη μέρα μάλλον από συνήθεια, γιατί στην πραγματικότητα δεν είχα τίποτα να κάνω. Το σπίτι ήταν τζιτζί, καθαρό και τακτοποιημένο από την κυρία Στέπα, όπως φωνάζαμε χαϊδευτικά την καλή, πρώην Σοβιετική, μετανάστρια που μας έκανε τις δουλειές τρεις φορές την εβδομάδα.

Μια ψηλή ξανθιά, σχεδόν καλλονή από τη Ουκρανία, που χήρεψε στα σαράντα πέντε της όταν ο άντρας της, απόστρατος στρατηγός, έπαθε ανακοπή μπροστά στο αναμμένο τζάκι. Η κυρία Στέπα έφτιαχνε κρεατόσουπα στην κουζίνα κι εκείνος έφυγε τόσο ήσυχα που δεν το κατάλαβε παρά μετά από μιάμιση ώρα, που είχε βράσει πια το μοσχάρι.

Ο πατέρας μου, που τη βάφτισε Στέπα, υποστηρίζει πως όλ’ αυτά του μοιάζουν λίγο ύποπτα.

- Είναι δυνατόν να πεθαίνει ο άντρας σου στο διπλανό δωμάτιο κι εσύ να ψιλοκόβεις τα καρότα;, κι έχει αναπτύξει μια δική του θεωρία για το πώς συνέβη το μοιραίο.

Σύμφωνα μ’ αυτήν, η παραδουλεύτρα μας ξέκανε τον στρατηγό με άγριο σεξ, αφού πρώτα τον είχε ποτίσει μια σεβαστή ποσότητα δυνατής, τοπικής βότκας. Όπου, φυσικά, η καρδιά του κακόμοιρου του απόστρατου δεν άντεξε την υπερβολική δόση ευτυχίας και η κυρία Στέπα, ελεύθερη πια, μπόρεσε ν’ ακολουθήσει στην Ελλάδα τον ωραίο Μιχαήλ που ερχόταν να την πάρει καμιά φορά τα μεσημέρια, και που μας είχε συστήσει ως ανιψιό της.

Δεν βαριέστε. Κι έτσι να ‘ναι, ποιος μπορεί να την κατηγορήσει; Αρκεί να συγκρίνει κανείς τις φωτογραφίες του μακαρίτη με τον δήθεν ανιψιό, για να της βρει χιλιάδες ελαφρυντικά. Χώρια που την περνούσε εικοσιτρία ολόκληρα χρόνια και της έκανε τη ζωή μαύρη με τη ζήλια του.

Όπως και να ‘χει το πράγμα, η κυρία Στέπα ήταν για μένα ανεκτίμητη. Πάντα γελαστή, καθαρή και σχολαστική, φρόντιζε το νοικοκυριό μας, σιδέρωνε τα ρούχα μας και μ’ ενημέρωνε για τα διάφορα καλλιτεχνικά κουτσομπολιά που διάβαζε στις φυλλάδες.

- Στο φινάλε ας είναι και δολοφόνος. Τη δουλειά της την κάνει καλά κι εγώ θα την κρατήσω, δήλωσα στον πατέρα μου.

-Παιδί μου, σου είπε κανείς να τη διώξεις; Απλώς της φτιάξαμε μια

ιστορία μη φύγει αύριο ξαφνικά και νομίσουμε πως δεν υπήρξε ποτέ, μου απάντησε εκείνος.


2.

Η κυρία Στέπα ερχόταν σπίτι μας κάθε Δευτέρα, Τετάρτη και Παρασκευή από τις εννέα ως τις δώδεκα. Έτσι, εκείνη τη σημαδιακή Πέμπτη ξύπνησα στις οκτώ, την ώρα που ο Κωνσταντίνος, ο Σύζυγος, έκλεινε μαλακά την πόρτα για να μη μ’ ενοχλήσει κι έφευγε για τη δουλειά του.

Πριν δυόμισι χρόνια περίπου, όταν πρωτοεγκατασταθήκαμε σ’ αυτό το σπίτι, βγήκα να ψωνίσω απέναντι στον μανάβη. Είχαμε μόλις επιστρέψει από τον μήνα του μέλιτος, δεκαπέντε μέρες στην ανοιξιάτικη Πράγα και παρόλο που οι γονείς σκοτώθηκαν ποιος θα μας πρωτοκάνει το τραπέζι εγώ, παίρνοντας στα σοβαρά τον ρόλο της νοικοκυράς, αποφάσισα να μαγειρέψω αρνάκι φρικασέ.

Ο Απρίλης είχε φτάσει στη μέση και ο καιρός άρχιζε να ζεσταίνει γλυκά. Σε δυο βδομάδες θα είχαμε Πάσχα, το πρώτο μου ως νεόκοπη κυρία Κων/νου Αποστολόπουλου.

Μ’ αυτή τη σκέψη φόρεσα τη φόρμα μου, αθλητικά παπούτσια και βγήκα να εφοδιαστώ με τ’ απαραίτητα.

Φυσικά, φτάνοντας στο μανάβικο κατάλαβα το μέγεθος της γκάφας μου. Οι κυρίες σε προάστια σαν το δικό μας στέλνουν πάντα τη Φιλιππινέζα για ψώνια. Κι αν, καμιά φορά, παρουσιαστεί ανάγκη να διαλέξουν μόνες τα σικορέ τους δεν το κάνουν ποτέ με φόρμα κι αθλητικά.

Ευτυχώς που ο μανάβης ήταν Ινδοευρωπαίος, και μάλιστα Έλληνας, γιατί με τόσες Φιλιππινέζες θα πίστευα πως είχα πάθει παράκρουση. Τότε αντίκρισα την κυρία Γειτόνισσα (Λίνη, Μίνη ή κάπως-έτσι Ξυλεμπόρου) να επιβλέπει την επιλογή των ζαρζαβατικών από την υπηρεσία της, αφού όπως με πληροφόρησε το βράδυ θα έδινε δείπνο.

- Καλημέρα σας ,τι κάνετε; ρώτησα ευγενικά.

- Γεια σου, χρυσό μου, καλά ευχαριστώ, μου απάντησε, φροντίζοντας να καταπιεί την αποδοκιμασία της για την αμφίεσή μου. (Παρεμπιπτόντως, εκείνη φορούσε ένα πρωινό country του Ralph Lauren, υποθέτω ειδικό για μαναβική).

- Τι κάνει ο Σύζυγος; συνέχισε.

Ο σύζυγος; Ο Σύζυγος; Ποιος Σύζυγος; παραλίγο να εκφράσω τη γνήσια απορία μου. Ευτυχώς δεν το έκανα, γιατί μου κόβει και λίγο, της απάντησα πως είναι καλά και τρεις-τέσσερις τυπικούρες αργότερα αποχαιρετηθήκαμε χαμογελώντας.

Το μεσημεράκι τηλεφώνησα στη μητέρα μου να τη ρωτήσω πόσα αυγά βάζει στο αυγολέμονο. Φυσικά, της εξιστόρησα λεπτομερώς την πρωινή μου περιπέτεια, ελαφρά παραφουσκωμένη, αφού είναι κληρονομικό γνώρισμα της οικογένειας η υπερβολή, ως και η φαντασιοπληξία.

Κλείνοντας η φοβερή μαμά μου με αποχαιρέτησε:

- Άντε, αγάπη μου, φιλάκια και χαιρετισμούς στον Σύζυγο.

Όπως καταλαβαίνετε, από κείνη τη μέρα του ’μεινε. Ο δυστυχής Κων/νος Αποστολόπουλος καθιερώθηκε πλέον ως «ο Σύζυγος». Και η τρελή μαμά μου τον αποκαλούσε έτσι όχι μόνο πίσω από την πλάτη του, όπως θα ήταν πρέπον, αλλά και μπροστά του.

- Βρε καλώς τον Σύζυγο! Τι νέα;


3.

Η αλήθεια είναι πως ο Κων/νος ταίριαξε απόλυτα στον καινούριο του ρόλο. Σαν να ήταν γεννημένος γι’ αυτόν. Η κλασσική φιγούρα του άντρα που σου’ ρχεται στο μυαλό όταν αναφέρεις τη λέξη «οικογενειάρχης». Τριαντάρης, με μέτριο ύψος, μέτριο βάρος και αρχές φαλάκρας. Έχει, βέβαια, ένα ζευγάρι όμορφα πράσινα μάτια κι ένα αστραφτερό, συχνό χαμόγελο που τις περισσότερες φορές τον κάνουν πολύ γοητευτικό.

Επίσης, έχει και λεφτά που συμβάλλουν τα μέγιστα σ’ αυτή τη γοητεία. Ίσως όχι στη δική μου περίπτωση, που έχω μάθει από παιδί πως το χρήμα είναι ένας ακόμα τρόπος να περνάς καλά και τίποτα παραπάνω - αλλά σε πολλές άλλες περιπτώσεις.

Ο Σύζυγος γεννήθηκε πλούσιος. Οι Αποστολόπουλοι μπορεί να μην είναι Κροίσοι, είναι πάντως πολύ ευκατάστατοι. Έχουν αντιπροσωπείες αυτοκινήτων σε όλη την Ελλάδα και επεκτείνονται προσεκτικά και στα υπόλοιπα Βαλκάνια.

Ο πατέρας του, ο Πεθερός, ξεκίνησε απ’ την ορεινή Μεσσηνία έφηβος, αμέσως μετά τον πόλεμο. Τον έστειλε στην Αθήνα ο δικός του πατέρας «για να γίνει άνθρωπος». Εγκαταστάθηκε στην Κυψέλη, στο σπίτι ενός θείου που είχε αναλάβει την επιμέλειά του κι εκμεταλλεύτηκε στο έπακρο τις ευκαιρίες που αφθονούσαν μεταπολεμικά στην πρωτεύουσα.

Κανείς δεν ξέρει ακριβώς πώς έχτισε τη μικρή του αυτοκρατορία. Οι συνθήκες τον είχαν μάθει να επιβιώνει. Ήταν πολύ μικρός για να πολεμήσει, αρκετά μεγάλος όμως για να συνειδητοποιήσει πως η ζωή δεν είναι τόσο σίγουρη και σταθερή όσο δείχνει.

- Η ευκαιρία παρουσιάζεται μόνο μια φορά στο δρόμο σου, του άρεσε να λέει. Άντε, το πολύ δύο. Αν δεν την αρπάξεις είσαι άξιος της μοίρας σου.

Η μεγάλη άνοδος στην επιχειρηματική του δραστηριότητα έγινε κατά την περίοδο της Χούντας. Ο πατέρας μου υποστηρίζει πως, σύμφωνα με «σίγουρες πηγές», ο Πεθερός έσωσε τον δικτάτορα Παπαδόπουλο από βέβαιο θάνατο σε μια απόπειρα εναντίον του, που αποσιωπήθηκε για λόγους εσωτερικής ισορροπίας.

- Μα αφού είναι βασιλικός, του αντιτείνω. Η Χούντα δεν έδιωξε τον βασιλιά;

- Τι σημασία έχει, παιδάκι μου; Αυτοί οι τύποι δεν έχουν ιδεολογικές ανησυχίες, μόνο οικονομικά συμφέροντα. Πας στοίχημα πως στις προηγούμενες εκλογές ψήφισε ΠΑΣΟΚ;

Μέχρι την περίοδο της δικτατορίας ο Πεθερός ασχολιόταν μόνο με τα ανταλλακτικά. Είχε δικά του κάμποσα συνεργεία αυτοκινήτων, καθώς κι ένα σεβαστό αριθμό ακινήτων.

Ήταν ήδη παντρεμένος με την Πεθερά -βαφτισιμιά του θείου του- και είχαν δυο χαριτωμένα παιδάκια: την Άννα-Μαρία και τον Κωνσταντίνο, αφού μετά τους εντυπωσιακούς γάμους του βασιλέως με τη Δανή πριγκίπισσα αποφάσισαν να τιμήσουν τον θεσμό δίνοντας στα τέκνα τους τα ονόματα του σεβαστού ζεύγους.

Ο Κων/νος δεν το πήρε επί πόνου. Η αδελφή του όμως κουβαλάει αυτό το όνομα στην πλάτη της, σαν κατάρα, ακόμα και σήμερα. Εντάχτηκε στις αυτόνομες φεμινιστικές οργανώσεις από πολύ μικρή, διαδήλωσε κατά των Αμερικάνων σε μια ταραγμένη εφηβεία με μακριές φούστες κι αξύριστες μασχάλες, κι έφυγε απ’ το σπίτι στα δεκαεφτά της παντρεμένη μ’ έναν οικοδόμο απ’ το πουθενά.

Η οικογένειά της έκανε να της μιλήσει επτά χρόνια και μόνο όταν χώρισε πια ενδιαφέρθηκαν να γνωρίσουν την εγγονή τους.

Η Άννα-Μαρία όμως είναι πολύ περήφανος άνθρωπος. Τους επισκέφθηκε τυπικά, κρατώντας με καμάρι το παιδί της, αλλά αρνήθηκε να δεχτεί απ’ αυτούς την παραμικρή βοήθεια.

Η αλήθεια είναι πως πέρασαν μεγάλες πείνες -«υπήρξαν μέρες που δεν είχα να πάρω στη μικρή ούτε γάλα», μου εκμυστηρεύτηκε- αλλά κουτσά στραβά τα κατάφεραν.

Σήμερα ζουν με την κόρη της Ρόζα -από την επιφανή Luxemburg- στον Λυκαβηττό, όπου η Άννα-Μαρία γράφει τα πολυβραβευμένα και πολυδιαβασμένα βιβλία της.

Εντωμεταξύ, ο Πεθερός είχε χτίσει ήδη την αυτοκρατορία του. Ο Κων/νος φοίτησε στα καλύτερα σχολεία κι όταν τελείωσε με μέτριες επιδόσεις το λύκειο μετακόμισε στη Γερμανία για να τελειοποιήσει τις γνώσεις του πάνω στη Μηχανολογία - Μηχανική.

Όταν παντρευτήκαμε ο Πεθερός του επέτρεψε ν’ αναλάβει τον τομέα των ανταλλακτικών. Η θέση του, δεδομένου ότι είναι γιος του αφεντικού, δεν είναι σπουδαία. Ο Σύζυγος είναι ένας ακόμα manager απ’ τους πολλούς της επιχείρησης. Ο μισθός του όμως είναι εντυπωσιακός, πράγμα που μας επιτρέπει να ζούμε παραπάνω από άνετα.

Μετά απ’ όλα αυτά, δεν μπορώ να πω πως τα Πεθερικά μου μού είναι ιδιαίτερα προσφιλή. Για τους γονείς μου δεν το συζητάω: τους αποφεύγουν απροκάλυπτα. Ειδικά η μητέρα μου που προσπάθησε να βγει δυο-τρεις φορές με την Πεθερά, κι αφού έλαβε μέρος σε τρομερούς μαραθώνιους αγορών στο Κολωνάκι και το Ψυχικό, αποφάσισε να μην της ξανατηλεφωνήσει (ή απαντήσει στα τηλεφωνήματά της) ποτέ στη ζωή της.

- Είναι εντελώς Ηλίθια, παιδί μου, απεφάνθη κλείνοντας το θέμα.

Αντίθετα, η δική τους συμπεριφορά απέναντί μου είναι ενθουσιώδης. Απ’ την πρώτη στιγμή που με αντίκρισαν, και προπαντός συνειδητοποίησαν πως ο πατέρας μου είναι ο γνωστός κύριος Τάδε -«σπουδαίος πανεπιστημιακός, καθηγητής της Παντείου, αν και λίγο αριστερός»- κατάλαβαν πως ενσαρκώνω τα πιο τρελά τους όνειρα για τον γιο τους. Και, φυσικά, φρόντισαν να με επιδείξουν αυτοστιγμεί σε όλους τους γνωστούς τους.

Η αλήθεια είναι πως έχω μεγάλη πέραση στους κύκλους των νεόπλουτων επιχειρηματιών. Νόστιμη, κομψή, ευγενική και καλοαναθρεμμένη, αποτελώ, μου φαίνεται, το πρότυπο τους, η γεννημένη αστή, και δεν παραλείπουν ποτέ να με καλέσουν στα σουαρέ τους.

Τι να πω, καθένας με το ψώνιο του. Αυτοί κατάφεραν ν’ αποκτήσουν περιουσία. Τώρα έχουν στραφεί στην αναζήτηση της φινέτσας.


4.

Από τον κύκλο των Νεόπλουτων δεχόμασταν τουλάχιστον μία πρόσκληση τη βδομάδα. Συνήθως συναντιόμασταν με συμπαθητικά ζευγάρια στην ηλικία μας, γόνους οικογενειακών φίλων των Αποστολόπουλων ή συμφοιτητές του Συζύγου απ’ τη Γερμανία.

Πηγαίναμε στα όμορφα, νεοκλασικά επιπλωμένα, σπίτια τους και τρώγαμε σπεσιαλιτέ που παραγγέλναμε στο La Bussola, πίνοντας κρασιά μικρών Ελλήνων παραγωγών. Άλλες φορές βγαίναμε στα κλαμπ και τα μπουζούκια της μόδας, όπου δοκιμάζαμε αμφιβόλου ποιότητας και γεύσης πιάτα, υπό τους ήχους χάουζ και λαϊκής μουσικής. Τέλος, δεν παραλείπαμε, μια στις τόσες, να τιμήσουμε τα εξειδικευμένα, βραβευμένα ρεστοράν, όπου απολαμβάναμε υψηλής αισθητικής εξωτικές κουζίνες.

Όταν είχα κέφια να μαγειρέψω, καλούσαμε εμείς κόσμο στο σπίτι. Μαγειρεύω τα πάντα, ανάλογα με την εποχή, εκτός από σουβλάκια, παϊδάκια και μπέργκερς, εδέσματα δηλαδή που αποκλείεται να πετύχουν στην καθαρή κουζίνα του σπιτιού.

Η προτίμησή μου επικεντρώνεται στην ελληνική παράδοση αλλά δεν διστάζω να πειραματιστώ με διαφορετικές γεύσεις (ειδικά εκείνη την περίοδο που δεν είχα ν’ ασχοληθώ και με τίποτα καλύτερο). Έτσι ο Σύζυγος είχε την καθημερινή ευχαρίστηση ενός προσεγμένου φαγητού ενώ οι φίλοι του δεν έπαυαν να τον μακαρίζουν για την καλή του τύχη.

Τα βράδια που δεν βγαίναμε ή δεν είχαμε καλεσμένους τα περνούσαμε ήσυχα στο σπίτι. Νοικιάζαμε βιντεοκασέτες, που συνήθως άρεσαν μόνο στον έναν απ’ τους δυο, και κατά τις εντεκάμιση ο Κων/νος πήγαινε για ύπνο, μετά από αλλεπάλληλα χασμουρητά.

Εγώ, αντίθετα, εκείνη την εποχή δεν μπορούσα να κοιμηθώ με τίποτα. Είχα δοκιμάσει τα πάντα: ζεστά μπάνια, ζεστό γάλα, τεχνικές χαλάρωσης της Άπω Ανατολής, προβατάκια. Αποτέλεσμα μηδέν. Niente. Αισθανόμουν περίφημα, γεμάτη ενεργητικότητα στις τρεις η ώρα τα χαράματα, όταν όλη η φύση ησυχάζει και το σπουδαίο είναι πως δεν εκνευριζόμουν στο ελάχιστο.

Βέβαια, παρόλο που ξυπνούσα νωρίς, πρακτικά δεν έκανα τίποτα όλη μέρα. Η κ. Στέπα φρόντιζε τα του νοικοκυριού, οι φίλες μου δούλευαν ή ανέθρεφαν τα παιδιά τους – το πολύ-πολύ, λοιπόν, να έφτιαχνα ένα υπερπολύπλοκο φαγητό και να ’χα δυο κατσαρόλες παραπάνω για πλύσιμο.

Την υπόλοιπη μέρα και τη μισή νύχτα διάβαζα. Κάθε Σάββατο πρωί, πριν συναντήσω τα κορίτσια για τον καθιερωμένο καφέ (βλ. παρακάτω) κατέβαινα στα κεντρικά βιβλιοπωλεία κι αγόραζα μετά μανίας όλους τους γνωστούς μου συγγραφείς. Όταν εξαντλούνταν αυτοί, προχωρούσα σ’ όποιο εξώφυλλο μου τραβούσε την προσοχή.

Έτσι, η ζωή μου χωριζόταν σε περιόδους: περίοδος νεοελληνικής λογοτεχνίας, Ρώσοι κλασικοί, σχιζοφρενείς Αμερικανοί βωμολόχοι, συνομήλικοί μου ρεαλιστές Ευρωπαίοι κ.ο.κ.

Το κεφάλι μου ήταν γεμάτο ιστορίες, η καρδιά μου συμπόνια ή θαυμασμό για τους αγαπημένους μου ήρωες. Κοιμόμουν και ξυπνούσα μαζί τους, περνούσα όλη την ημέρα με τη συντροφιά τους, τους ήξερα και με ξέρανε, στο φινάλε, καλύτερα κι απ’ τον Σύζυγό μου.

Ο Μήτσος κορόιδευε τις αναγνωστικές μου επιλογές. Υποστήριζε πως το μυαλό μου χρειαζόταν πολύ περισσότερο ακόνισμα απ’ αυτό που μπορούσαν να μου προσφέρουν οι γλυκανάλατες ιστορίες αγάπης.

Όταν γνωριστήκαμε καλύτερα άρχισε να μου δανείζει οικειοθελώς κι αυτοβούλως το απάνθισμα της βιβλιοθήκης του: Χάμπερμας, Γραμματικάκη, Φουκώ και Καστοριάδη, κι αργότερα να μου αγοράζει κιόλας βιβλία με τίτλους όπως : «Ο φιλοσοφικός λόγος της νεωτερικότητας», «Η κόμη της Βερενίκης», «Η μικροφυσική της εξουσίας», «Η φαντασιακή θέσμιση της κοινωνίας» – με τη μονότονη αφιέρωση: «Για να ξεστραβωθείς!»

Εγώ, εντωμεταξύ, περνούσα την περίοδο της επιστημονικής φαντασίας κι όπως υποψιάζεστε προτιμούσα τους «θαυμαστούς, καινούριους κόσμους» μου από τους επιστήμονες στοχαστές.

Τελικά καταλήξαμε στη συμφωνία να παραμείνω εγώ στη λογοτεχνία μου κι εκείνος στη Φιλοσοφία. Έτσι μπορούσαμε να ενημερώνουμε και να βοηθάμε ο ένας τον άλλον, ο καθένας στον τομέα του.

Αλλά μέχρι να φτάσουμε ως εκεί μεσολάβησαν πάρα πολλά.

13 σχόλια:

Christina Noe είπε...

Xairome pou to apofasises!!!
Min tebeliazis perimeno kainourgio vivlio kai to....after the end (!!) tou mitsou (mou to ixes iposxethi!Kai sto ipa anamesa sta ouza kai sta kalamarakia...Min taxis se agio keri kai se pedi pexnidi!!!xaxaxaxaxa!
Filia polla!!!

Madame Bovary είπε...

hell yes!

Madame Bovary είπε...

μ'άρεσε, θέλω να το διαβασω! αυτά δεν είναι ατράνταχτα επιχειρήματα??

dr.SeenG είπε...

Elf... έχεις εκδοθεί??? Ένα ένα τα μαθαίνω τα μυστικά σου... Αλλά θα πεις... πόσο καιρό γνωριζόμαστε. Θα το διαβάσω μέσα στο ΣΚ και θα γράψω εντυπώσεις μάλλον τη Δευτέρα. Πάντως, από τη στιγμή που έχω διαβάσει ένα κεφάλαιο από τους Μικροαστούς, είμαι μαζί σου. Το συγγραφικό σου ταλέντο είναι τόσο μεγάλο (ειλικρινά) που θα είναι κρίμα να μην το μοιραστείς με τον κόσμο. Φιλιάαααααα!!!!!

scarface είπε...

Η αλήθεια είναι ότι δεν πολυδιαβάζω πια αλλά το 1ο κεφ κατάφερα και το διάβασα.

Παρόλο ότι δεν είναι του στυλ μου , είναι καλογραμμένο και σε ότι αφορά αν το ανεβάσεις ή όχι δεν νομίζω ότι πρέπει να αμφιταλαντεύεσαι anymore.

ΝΑ ΤΟ ΑΝΕΒΑΣΕΙΣ.

Mara Lisha είπε...

Δουλειά για το ΣΚ; Όχι πάααααλι!
Εννοείται πως αστειεύομαι. Με έβαλες σε σκέψεις όμως και θα είμαι ειλικρινής.

Όταν πρωτοεπισκέφθηκα το μπλογκ σου, το πρώτο πράγμα που μου ‘ρθε στο μυαλό ήταν να αποκτήσω το μυθιστόρημά σου. Μ’ αρέσει βλέπεις να δένομαι με τα βιβλία, αλλά και με τους συγγραφείς τους. Μετά από λίγο καιρό αφομοιώνω αυτά που διάβασα και όταν θέλω να τα ανασύρω απ’ τη μνήμη μου, βαράω το κεφάλι μου στον τοίχο να θυμηθώ που διάβασα τι. Αυτά όμως καλύτερα να τα αφήσω για κάποιο δικό μου «ποστ»…

Από τη μια, θα ήθελα να «σε στολίσω» στη βιβλιοθήκη μου (εννοείται αφού πρώτα διαβάσω τον «Μήτσο») και να λέω στις φίλες μου με υπερηφάνεια «είναι φίλη μου, τη γνώρισα στο διαδίκτυο»! Αν πιστεύεις πως μπορεί να «περπατήσει» εμπορικά και μια τρίτη έκδοση του βιβλίου, μην το δώσεις στην ιστοσελίδα που λες. Αν πάλι έχεις αποφασίσει πως έκλεισε τον «κύκλο» του και δεν πρόκειται να ανατυπωθεί, θα ήταν πολύ καλή κίνηση από μέρους σου να το «χαρίσεις» στους αναγνώστες σου, μέσα απ’ το διαδίκτυο. Είναι καλή κίνηση κι εμπορικά, γιατί θα γίνει γνωστό ως έργο σε μεγαλύτερο κοινό. Θα ήταν ακόμη καλύτερη κίνηση, αν ταυτόχρονα κυκλοφορούσε στα βιβλιοπωλεία ένα νέο μυθιστόρημά σου!

Ανεξάρτητα απ’ όλα τα παραπάνω, το πρώτο κεφάλαιο είναι πολύ ωραίο. Δεν είναι η ποιότητα του όμως που θα μας βοηθήσει να σε συμβουλεύσουμε (αν είναι εφικτό κάτι τέτοιο)…

wilma είπε...

Για μια στιγμή σκέφτηκα να στα γράψω, εκτός από προφορικά που σου τα είχα ήδη πει, αλλά κυριολεκτικά εξέπλάγην με τη mara lisha επειδή σου έγραψε ακριβώς ότι σου είχα πει κι εγώ. (δεν σε παραξένεψε η ίδια/ταυτόσημη διαδρομή της σκέψης?) το μόνο που έχω να προσθέσω είναι ότι σε ένα σύνολο με φανς (οι γκρούπις σου από τις μικροαστές σε ακολουθούμε) είναι αναμενόμενο η απάντηση να είναι Δημοσίευσέ το! Εφόσον αρέσεις φυσικά και θα λάβεις το πράσινο φως να προχωρήσεις. Πρέπει λοιπόν όντως να το ψάξεις μόνη σου και να βρεις την απάντηση για το τι πρέπει να κάνεις.

dr.SeenG είπε...

Elf μου, διάβασα το "Μήτσο" και σκοπεύω να πάω να αγοράσω το βιβλίο. Ειλικρινά. Και στο λέω εγώ που στη ζωή μου έχω διαβάσει ένα βιβλίο όλο κι όλο. Τον "Κιτρινο Βράχο" αν θυμάμαι καλά του Ξενόπουλου. Γράφεις τόσο όμορφα και κατανοητά. Επιχειρήματα ατράνταχτα δεν έχω, αλλά ξέρεις την εκτίμηση που τρέφω σε σένα και στους Μικροαστούς.
Πολύ καλησπέρα σου :)

giannis είπε...

elf mou tha diafoniso....
de ksero an eimai yper...
dostou ligo kairo akoma...protimo na psaxno books se bibliothikes oxi sta sites....pes me paliomodith...
marese pantos...an k theorooti oi mikroastes an ekdothoun me arxh k telos tha sarosoun...ase thn anrthsh mitsou k proxora sth syggrafh toy neou h sthon emploutismo ton mikroastvn

Dimitris είπε...

Ε,πέρασα κι εγώ από'δω,είδα τον προβληματισμό σοθ και σκέφτηκα "ας πω κι εγώ την παπαριά μου"

Μια διαδικτυακή ανάρτηση του "μήτσου" θεωρώ πως θα είναι θετική μιας και η ανάγνωση,απ'όπου κι αν γίνεται,ενός καλού βιβλίου,μόνο καλό κάνει.Άλλωστε και ο ίδος πολλές φορές αν κι εχώ διαβάσει ένα δανεικό βιβλίο πάω και το αγοράζω αν με ενυπωσιάσει για να μπορώ να το ξαναδιαβάσω κάποτε.
Από την άλλη νομίζω πως θα βρεθούν πολλοί πρόθυμοι συνbloggers να πληκτρολογήσουν τον "μήτσο"(εγώ πάντως προτίθεμαι)ώστε να μην εμποδίσει κάτι τέτοιο την εξέλιξη των μικροαστών ή κάποια άλλη συγγραφική σου προσπάθεια.
Συμπέρασμα ΝΑΙ ΣΤΗΝ ΑΝΑΡΤΗΣΗ ΤΟΥ ΜΗΤΣΟΥ...ΓΙΑΤΙ ΕΤΣΙ ΜΑΣ ΑΡΕΣΕΙ!!!!

Τις καλησπέρες μου

dr.SeenG είπε...

Ελπίζω ο λόγος που δεν έχεις απαντήσει ακόμα στα σχόλιά μας και δεν έκανες νέα ανάρτηση, να είναι το γεγονός πως τρέχεις στον εκδοτικό οίκο... Που χάθηκες καλέ;

elf είπε...

Νόμιζα πως σας είχα απαντήσει, σας είχα ευχαριστήσει θερμότατα και σας είχα πει πως σας αγαπάω - κάποια βλακεία κάνω και δεν ανεβαίνουν τα σχόλιά μου. Πήζω στ' αλήθεια, γιατί έχω πολλή δουλειά για τη δουλειά και είμαι και μόνη μου με τον σπόρο μου που δεν μ' αφήνει να αγιάσω. Αύριο θα σας γράψω τα πάντα, αγαπημένα μου πλάσματα, πρώτα ο θεός που λένε...

beth είπε...

να σαι καλα για το σχολιο

δεν εχω καμια προδιαθεση να σε ¨γλυψω" αλλα ... εκδοσε το! αν δε το χεις κανει
μου αρεσει πολυ η αμεσοτητα στον λόγο σου, ειναι σαν να διαβαζω ενα οποιοδηποτε αλλο ποστ σου. απλα λιτα:)

εγω λεω ομως να μην ακολουθησω τις συμβουλες σου,, εσυ τι λες? ;)

ιωαννα

Blog ποικίλης ύλης...

...και μάλλον προβοκατόρικο.